Η κουβανική επανάσταση, προωθώντας τον καθολικό αλφαβητισμό και τη μόρφωση δημιούργησε τις προϋποθέσεις για μια ουσιαστική πολιτιστική άνοδο. Η Κούβα φημιζόταν πάντα για τη μουσική της, όμως στα χρόνια του Μπατίστα ήταν ο οίκος ανοχής των ΗΠΑ και φέουδο της μαφίας. Η επανάσταση έφερε μια άνθιση στην τέχνη, ιδιαίτερα στον κινηματογράφο, που έδωσε σημαντικές ταινίες στη δεκαετία του 1960. Σε αυτό συνετέλεσε η φωτισμένη πολιτική του Φιντέλ και του Τσε. Αυτός ο ριζοσπαστισμός και η αναζήτηση, παρά τα στοιχεία της αποθάρρυνσης που έφερε η κατάρρευση του ανατολικού μπλοκ, διατηρήθηκε και τις επόμενες δεκαετίες. Ένα παράδειγμα δίνει η κουβανική Μπιενάλε, που διεξάγεται κάθε χρόνο σε όλη την Κούβα, προσπαθώντας να προβάλει και να φέρει κοντά στο κοινό μη εμπορικούς καλλιτέχνες από τη Λατινική Αμερική και άλλες ηπείρους.
Ωστόσο, η στροφή των τελευταίων χρόνων προκάλεσε ουσιαστικές ανακατατάξεις και στο πολιτιστικό πεδίο. Όπως στην οικονομία σχηματίζεται μια εμβρυώδης αστική τάξη έτσι στην ιδεολογική και καλλιτεχνική σφαίρα εκφράζονται απόψεις συνολικά απορριπτικές για την επανάσταση. Υπάρχουν αρκετές περιπτώσεις διαφωνούντων καλλιτεχνών, φυγάδων ή στην Κούβα, που δίνουν ένα τέτοιο νόημα στα έργα τους. Εχθρικές και αρνητικές τάσεις εκφράζονται και σε κουβανικά σάιτ. Γενικά, οι εκκολαπτόμενοι αστοί προσπαθούν να εμφανίζονται σαν πατριώτες που δεν ενδιαφέρονται για την πολιτική, αλλά ανησυχούν για τα δημοκρατικά δικαιώματα των πολιτών που παραβιάζονται από το κράτος. Έχουν μερικές επιτυχίες σε αυτές τους τις προσπάθειες και καμιά φορά βοηθούνται από σπασμωδικές αντιδράσεις και μέτρα της κυβέρνησης.
Απέναντι σε αυτές τις τάσεις, η «επίσημη» ιδεολογία επιχειρεί να εδραιώσει τις επαναστατικές αξίες –πατριωτισμός, εργασία, πρόοδος και κοινωνική ισότητα– βασιζόμενη σε τρεις αναφορές, τον Μαρτί, τον Φιντέλ και τον Τσε. Αυτές αναμφίβολα είναι οι κύριες επαναστατικές παραδόσεις, που ορίζουν τη συνέχεια του αγώνα για την ανεξαρτησία ενάντια στους αποικιοκράτες με τον αγώνα για το σοσιαλισμό στην ιστορία του Κούβας. Το ζήτημα είναι ότι η κουβανική επανάσταση βρίσκεται αντιμέτωπη με νέες προκλήσεις και καθήκοντα, τα οποία διαφέρουν ποιοτικά από εκείνα του παρελθόντος. Γι’ αυτό όσο θεμελιώδεις είναι αυτές οι αναφορές άλλο τόσο είναι βέβαιο ότι δεν αρκούν από μόνες τους και ότι χρειάζεται ένας εμπλουτισμός τους, ιδιαίτερα με την κλασική μαρξιστική παράδοση της Δύσης, που ποτέ δεν ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής στην Κούβα.
Επιτρέψτε μου ένα παράδειγμα. Πλάι στο Μαρτί, η Κούβα έχει να επιδείξει ένα μεγάλης αξίας συγκαιρινό του στοχαστή στο πρόσωπο του Πολ Λαφάργκ. Μάλιστα, ενώ ο Μαρτί ήταν ένας επαναστάτης δημοκράτης με σοσιαλιστικά στοιχεία, ο Λαφάργκ ήταν μαρξιστής. Γαμπρός του Μαρξ, είχε νυμφευτεί την κόρη του Ελεονόρα, πρόσφερε σημαντικές υπηρεσίες στην Α΄ και τη Β΄ Διεθνή, ενώ διακρίθηκε για το οξυδερκές, κοφτερό πνεύμα του. Ο Λαφάργκ ήταν τρόπον τινά ένας «ετερόδοξος» μαρξιστής: σε μια εποχή που οι περισσότεροι μαρξιστές της Β΄ Διεθνούς προσέβλεπαν στη βαθμιαία εισαγωγή του σοσιαλισμού μέσω κρατικοποιήσεων από το αστικό κράτος, είχε δικαιολογημένα πολεμήσει αυτές τις ιδέες, πηγαίνοντας λίγο όμως στο αντίθετο άκρο, να αρνείται κάθε αξία στην αστική εθνικοποίηση. Σε κάθε περίπτωση, ήταν ένας από τους πιο ενδιαφέροντες μαρξιστές της εποχής του και αυτό έχει αναζωογονήσει το ενδιαφέρον γι’ αυτόν. Στην Ελλάδα πρόσφατα κυκλοφόρησε ένα πολύ καλό βιβλίο του Άρη Μαραγκόπουλου, «Πολ και Λόρα, Ζωγραφική εκ του Φυσικού», μια μυθιστορηματική βιογραφία του ζευγαριού, η οποία ανιχνεύει μέσα από τη ζωή τους τα κομβικά διακυβεύματα του σοσιαλιστικού κινήματος της εποχής. Έχουν επίσης κυκλοφορήσει βιογραφίες και βιβλία για τον Λαφάργκ στην Ισπανία, τη Γαλλία, κ.ά.
Στην Κούβα, ενώ ο Μαρτί βρίσκεται παντού, τον Λαφάργκ δεν θα τον βρείτε σχεδόν πουθενά. Το λήμμα γι’ αυτόν στην κουβανική Wikipedia, την Ecured, είναι υποτυπώδες και σε κουβανικά σάιτ βρήκα μόνο 1-2 μικρά άρθρα. Πολύ περισσότεροι αυτό ισχύει για τους επιφανείς μαρξιστές μετά το θάνατο του Λένιν, όπως οι Τρότσκι, Μπουχάριν, Γκράμσι και Λούκατς, για τους οποίους δεν υπάρχει σχεδόν τίποτα. Από την άλλη, στην Ecured θα βρείτε μακροσκελή άρθρα για αντιδραστικούς φιλοσόφους όπως ο Σοπενχάουερ και ο Νίτσε, όπου δεν επισημαίνεται πουθενά η σχέση τους με την άκρα αντίδραση και το φασισμό.
Αυτή η εικόνα δεν είναι τυχαία, συνδεόμενη με μια ουσιώδη διαφορά ανάμεσα στον κλασικό μαρξισμό και σε εκείνον του Φιντέλ και του Τσε. Στην Ευρώπη ο μαρξισμός συνδέθηκε με το βιομηχανικό προλεταριάτο και αυτό βρήκε την έκφρασή του πρώτα και κύρια στο έργο των κλασικών, των Μαρξ, Ένγκελς και Λένιν. Στην Κούβα, αντίθετα, κύριο στήριγμα της επανάστασης ήταν οι εργάτες γης, και αυτό έδωσε γένεση σε ένα διαφορετικού τύπου μαρξισμό. Ό,τι συνδέεται με τον κύκλο ιδεών του Φιντέλ και του Τσε, η ιστορία της επανάστασης, κοκ, παραμένουν ζωντανά και προβάλλονται στην Κούβα. Ότι όμως πάει πέρα από αυτό τον κύκλο, όπως και το έργο του Λαφάργκ, που θα μπορούσε να δώσει ένα συνδετικό κρίκο, βρίσκεται στο περιθώριο. Από τα κενά που προκύπτουν διεισδύει η αστική ιδεολογία.
Ορισμένοι πηγαίοι ακτιβιστές του κινήματος έχουν την άποψη ότι αυτό δεν αποτελεί πρόβλημα. Η αντοχή της κουβανικής επανάστασης είναι ιστορικά αποδεδειγμένη και οι εσωτερικές της δυνάμεις αρκούν για να ξεπερνά τις κακοτοπιές. Αυτό είναι μια βαθιά λαθεμένη άποψη. Η αποϊδεολογικοποίηση σήμερα στην Κούβα, ιδιαίτερα στη νέα γενιά, είναι ένας σημαντικός κίνδυνος, άρρηκτα συνυφασμένος με τις τάσεις που αναγεννούν οικονομικά την αστική τάξη. Αν αλωνίζει ο νιτσεϊκού στιλ ατομικισμός, τότε αυτό μπορεί μόνο να δημιουργεί σύγχυση και σε μια μελλοντική στιγμή κρίσης πολλοί τέτοιοι διανοούμενοι που ορκίζονται σήμερα στην επανάσταση θα ανακαλύψουν αίφνης, όπως έγινε στην ΕΣΣΔ και την Κίνα, ότι ο καπιταλισμός είναι τελικά καλύτερος.
Να προσθέσω μόνο ότι ο Τσε δεν συγκαταλεγόταν σε αυτούς που αντιμετωπίζουν την ιδεολογία με αδιαφορία και προς το τέλος της ζωής του είχε αντιληφθεί τα μεγάλα ιδεολογικά κενά, δικά του και της επανάστασης. Σε μια επιστολή του μιλούσε για την ανάγκη να αναληφθεί στην Κούβα μια μεγάλη μαρξιστική μορφωτική διαδικασία, που θα περιλάμβανε την έκδοση και ανάλυση έργων των Μαρξ, Ένγκελς και Λένιν, του Χέγκελ, των Γάλλων υλιστών και των διαλεκτικών της Αρχαιότητας αλλά και μαρξιστών και κομμουνιστών προς τους οποίους ο ίδιος έτρεφε μια δυσπιστία, όπως ο Τρότσκι, η Λούξεμπουργκ και ο Χρουστσόφ. Αυτή η ιδέα του Τσε έμεινε ανεκπλήρωτη. Πολλά θα εξαρτηθούν από το αν θα δρομολογηθεί η εκπλήρωσή της σήμερα.
__________________
* Ο Χρήστος Κεφαλής είναι μέλος της ΣΕ της Μαρξιστικής Σκέψης και συγγραφέας. Το παραπάνω κείμενο περιλαμβάνεται στη συνέντευξη που δόθηκε στον ιστότοπο EXTREME WAYS με αφορμή την έκδοση του 30ου τόμου του περιοδικού Μαρξιστική Σκέψη, αφιέρωμα στη ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΚΟΥΒΑ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου